Η άσκηση έφεσης κατά απορριπτικής αποφάσεως του ν. 3869/2010 δεν εμποδίζει τους πιστωτές και εκκινήσουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των οφειλετών και της περιουσίας τους. Όμως, σε περίπτωση που οι πιστωτές ξεκινήσουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των οφειλετών και της περιουσίας τους ενώ σε προγενέστερο χρόνο οι δανειολήπτες έχουν ασκήσει έφεση και αναμένεται η εκδίκασή της, τότε μπορούν να αιτηθούν προσωρινή δικαστική προστασία, ώστε να προστατευθούν άμεσα από οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια των τραπεζών, των ξένων funds και των εταιριών διαχείρισης.
Ειδικότερα, βάσει του άρθρ. 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010, που προστέθηκε με το άρθρ. 14 παρ. 2 του ν. 4161/2013, προβλέπεται δικαίωμα άσκησης αιτήσεως αναστολής πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης τραπεζών σε βάρος οφειλετών, οι οποίοι άσκησαν έφεση κατά των απορριπτικών αποφάσεων που εκδόθηκαν επί αιτήσεων για την υπαγωγή τους στις ευεργετικές διατάξεις του ν. 3869/2010, για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα. Το εν λόγω ζήτημα αποκτά ιδιαίτερη αξία αν ληφθεί υπόψη ότι, δυνάμει του ν. 4335/2015 καταργήθηκε η προβλεπόμενη στο άρθρ. 938 ΚΠολΔ δυνατότητα αναστολής της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Με δεδομένο ότι υπάρχει έντονη διχογνωμία στη θεωρία και στη νομολογία αν χωρεί πλέον, υπό διάφορες ερμηνευτικές κατασκευές, δυνατότητα αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης, η υποβολή, βάσει του άρθρ. 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010, αιτήσεως αναστολής της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης δύναται να ικανοποιήσει το αίτημα για χορήγηση αποτελεσματικής προσωρινής δικαστικής προστασίας. Πιο συγκεκριμένα, κατά το άρθρ. 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010, αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη μπορεί να χορηγηθεί και μετά την έκδοση απορριπτικής αποφάσεως, εφόσον ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση, η οποία πιθανολογείται ότι θα ευδοκιμήσει και παράλληλα πιθανολογείται η πρόκληση ουσιώδης βλάβης στα συμφέροντα του οφειλέτη. Τέτοια βλάβη υφίσταται ιδίως όταν η αναγκαστική εκτέλεση βάλει κατά της περιουσίας του οφειλέτη, την οποία ο οφειλέτης προσπαθεί να προστατεύσει βάσει του ν. 3869/2010. Απαραίτητη προϋπόθεση για να δοθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο αναστολή αναγκαστικής εκτέλεσης είναι να έχει αρχίσει η διαδικασία της εκτέλεσης, κατ’ άρθρ. 924 επ. ΚΠολΔ. Είναι σαφές ότι, σε αντίθεση με την γενική αναστολή που διατάσσεται προ της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως στο πλαίσιο χορήγησης προσωρινής διαταγής (και καταλαμβάνει όλους τους πιστωτές που περιλαμβάνονται στην αίτηση του άρθρ. 4 του ν. 3869/2010), στην διαδικασία του άρθρ. 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010 επέρχεται αναστολή των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης του επισπεύδοντος πιστωτή, ο οποίος είναι ο μοναδικός που νομιμοποιείται παθητικά στην σχετική αίτηση. Όμως, δια της αποφάσεως που διατάσσει αναστολή εκτελέσεως, ακόμα και αν δεν ορίζεται ρητά σε αυτή, επέρχεται αυτόματη και έναντι όλων (ergma omnes) απαγόρευση διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, όπερ σημαίνει ότι, τόσο ο οφειλέτης, όσοι και λοιποί πιστωτές του δεν μπορούν να διαθέσουν εκούσια και αναγκαστικά αντίστοιχα τα περιουσιακά του στοιχεία για όσο διαρκεί η διαταχθείσα αναστολή. Με αυτή τη νομοθετική επιλογή, ο οφειλέτης δεν εξαναγκάζεται να ασκεί συνεχείς αιτήσεις αναστολής έναντι του επισπεύδοντος κάθε φορά πιστωτή του, ενόσω εκκρεμεί η ασκηθείσα έφεσή του. Προσέτι, πέρα από τις ανωτέρω παρατιθέμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση αναστολής κατ’ άρθρ. 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010, μερίδα της νομολογίας αξιώνει την μη έκδοση αναστολής κατ’ άρθρ. 937 ΚΠολΔ. Τέλος, είναι αυτονόητο πως με μία αίτηση αναστολής του άρθρ. 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010 δύναται να ανασταλούν περισσότερες διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδονται έναντι του αιτούντος, ο οποίος έχει ασκήσει έφεση κατά της απορριπτικής αποφάσεως για την υπαγωγή του στο ν. 3869/2010. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρ. 763 παρ. 3 ΚΠολΔ και 6 παρ. 5 του ν. 3869/2010 προκύπτει ότι, εφόσον επί απορριπτικών αποφάσεων αιτήσεων υπαγωγής στο ν. 3869/2010 ασκηθεί νομίμως και εμπροθέσμως έφεση, ο δανειολήπτης έχει το δικαίωμα να ασκήσει αίτηση αναστολής της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος του, η οποία γίνεται δεκτή αν πιθανολογείται πως θα προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντά του και θα ευδοκιμήσει η αίτησή του.
Σχετική ενδεικτική νομολογία αποτελούν οι ΜΠρΒολ 469/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΘεσ 4610/2020, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 1942/2020, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕιρΠατρ 190/2020, αδημ., ΕιρΑθ 52/2020, αδημ., ΕιρΠειρ 20/2020 και ΕιρΑθ 176/2019 με σημείωμα Τσαχιρίδη, ΕπΟιΔ 2021, τεύχος πρώτο, 76 επ. και ΕιρΑθ 84/2015, αδημ., Στην πρώτη μας συνάντηση είναι πολύ σημαντικό να μας προσκομίσετε αντίγραφο της εφέσεώς σας, αντίγραφο των προτάσεων όλων των διαδίκων, μετά των σχετικών προσθηκών – αντικρούσεων, αντίγραφο της αιτήσεως και τη διαταγή πληρωμής ή την αναγκαστική κατάσχεση που επιβλήθηκε και εμείς θα φροντίσουμε άμεσα να μελετήσουμε το φάκελό σας και να προασπίσουμε τα συμφέροντά σας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.